Αρχική » Αντιδιουρητική ορμόνη ADH

Αντιδιουρητική ορμόνη ADH

by admin

Το φυσιολογικό ερέθισμα για την έκκριση της ADH είναι η αύξηση της ωσμωτικότητας του εξωκυττάριου υγρού, που συνήθως είναι αποτέλεσμα της αφυδάτωσης. Κατά την αφυδάτωση, η αυξημένη ωσμωτικότητα πλάσματος μπορεί να ανιχνευτεί από ειδικά κύτταρα, τα λεγόμενα ωσμωϋποδοχειακά κύτταρα, τα οποία είναι ευαίσθητα σε αλλαγές της ωσμωτικής πίεσης του εξωκυττάριου όγκου και ως απάντηση στην αυξημένη ωσμωτικότητα του πλάσματος, απελευθερώνουν την ADH (Antidiuretic Hormone, ADH). Έτσι, λοιπόν, η αύξηση της ωσμωτικότητας και η μείωση του όγκου πλάσματος, ενεργοποιούν την έκκριση της παραπάνω ορμόνης. H απελευθέρωση της ADH αρχίζει περίπου όταν η ωσμωτικότητα του πλάσματος πάρει την τιμή 280mOsmol/kg νερού, και η δίψα ενεργοποιείται όταν η ωσμωτικότητα του πλάσματος φτάσει στην τιμή 290mOsmol/kg νερού. Επίσης κύριες επιδράσεις της κατά βάρος ωσμωτικότητας του πλάσματος στα επίπεδα της ADH είναι:

1) H αλλαγή της κατά βάρος ωσμωτικότητας του πλάσματος επηρεάζει την έκκριση της ADH. Συγκεκριμένα η αύξηση της ωσμωτικότητας του πλάσματος αυξάνει την έκκριση της ΑDH, αντιθέτως η μείωση της ωσμωτικότητας του πλάσματος αναστέλλει την έκκρισή της.
2) Η μείωση του όγκου ή της πίεσης του αίματος διεγείρουν την έκκριση της ADH. Αυτό συμβαίνει μέσω των τασεοϋποδοχέων που είναι λιγότερο ευαίσθητοι από τους ωσμωϋποδοχείς, απαιτείται μεταβολή 5-10% του όγκου για να προκληθεί αλλαγή της έκκρισης της ADH.

[youtube width=”400″ height=”250″ video_id=”ccK9Hq585YI”]

Με αυτό τον τρόπο η ADH ορμόνη ρυθμίζει τη συμπύκνωση των ούρων, κάνοντάς τα πιο πυκνά και σε λιγότερη ποσότητα κατά την απέκκρισή τους, εξοικονομώντας αποθέματα νερού.
Απεναντίας σε περίπτωση υπερϋδάτωσης προκαλεί υποτονικότητα και μια αντίστροφη διαδικασία θα λάβει χώρα με τελικό αποτέλεσμα την αυξημένη απέκκριση νερού.


H Επίδραση της αντιδιουρητικής ορμόνης στο κυκλοφορικό σύστημα, Αυξάνει την αρτηριακή πίεση (σε υψηλές συγκεντρώσεις) προκαλώντας μέτρια αγγειοσύσπαση.
Προάγει την αγγειοδιαστολή στους νεφρούς, πνεύμονες κ.α. μέσω της ενδοθηλιακής αποδέσμευσης του αζώτου

58035b71ff31f5c3d38a1a49ac01e878

Η αντιδιουρητική ορμόνη (ADH) είναι γνωστή και ως βασοπρεσίνη (ΑVP) ή αργιπρεσίνη ή αργινίνη-βασοπρεσίνη. Ανευρίσκεται στα περισσότερα θηλαστικά ζώα συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου. Η ADH είναι πεπτιδική ορμόνη που ελέγχει την επαναρρόφηση μορίων από τα σωληνάρια του νεφρού, επιδρώντας στη διαπερατότητά τους. Αυξάνει επίσης την περιφερειακή αρτηριακή πίεση αυξάνοντας την περιφερειακή αγγειακή αντίσταση. Παίζει σημαντικό ρόλο στην ομοιόσταση και στη ρύθμιση του νερού, της γλυκόζης και των αλάτων στο αίμα.


 Ένα δεύτερο ερέθισμα για την έκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης είναι η μείωση του εξωκυττάριου όγκου, που μπορεί να συμβεί σε καταστάσεις μεγάλης αιμορραγίας και ολιγαιμικού σοκ. Στις περιπτώσεις αυτές ο οργανισμός αντιδρά με μεγάλη έκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης. Σε μεγάλες συγκεντρώσεις της ορμόνης εμφανίζεται και μια δεύτερη δράση της, η αγγειοσυσπαστική. Με την αγγειοσύσπαση, η οποία επιτυγχάνεται με τη δράση της στους λείους μυς των αγγείων, επιδιώκεται η διατήρηση, κατά το δυνατόν, μιας σταθερής τιμής αρτηριακής πίεσης, για να μη διαταραχθεί η αιμάτωση των ζωτικών οργάνων.

Γυναίκες και διουρητικά:
σε θέλω κουκλάρα κατάλαβες!

stage-vv-726x400

Related Posts

Στην ιστοσελίδα μας χρησιμοποιούμε Cookies, για να μπορέσουμε να προσφέρουμε μια προσωποποιημένη εμπειρία περιήγησης. Αποδοχή Δείτε περισσότερα